Καταρράκτης είναι η προοδευτική θόλωση της ζελατινώδους ουσίας που σχηματίζει τον φακό του ματιού .Ο καταρράκτης εμποδίζει ή διαστρέφει το φως που εισέρχεται στο μάτι και έτσι μειώνει προοδευτικά την όραση .Στα αρχικά στάδια αντιμετωπίζεται με αλλαγή των γυαλιών του ασθενή και μετέπειτα ,όταν η επιδείνωση της όρασης είναι πλέον σημαντική , αντιμετωπίζεται επεμβατικά .
Σήμερα , με τη συνδρομή της σύγχρονης τεχνολογίας , η εγχείρηση του καταρράκτη είναι μία από τις πιο επιτυχημένες , ασφαλείς και ανώδυνες επεμβάσεις στον κόσμο , καθώς το 96% των ασθενών που χειρουργούνται , βελτιώνουν αισθητά την όρασή τους .
Ενίοτε όμως δημιουργούνται κάποιες επιπλοκές , όπως μπορεί να συμβεί και σε οποιαδήποτε άλλη χειρουργική επέμβαση .
Πριν όμως αναφερθούμε στις επιπλοκές , πιστεύω ότι πολύ πιο σημαντική είναι η ενημέρωση του ασθενούς για την κατάσταση του οφθαλμού του και για τις μετεγχειρητικές προσδοκίες του . Έτσι πρέπει να γνωρίζει ότι παρ’ότι στατιστικά οι πιθανότητες επιτυχίας είναι πάρα πολύ καλές , εντούτοις υπάρχει μικρή , έστω , πιθανότητα η μετεγχειρητική του όραση να είναι χειρότερη από την προεγχειρητική . Επίσης ασθενείς με διάφορα οφθαλμικά προβλήματα όπως γλαύκωμα , σακχαρώδη διαβήτη ή ωχροπάθεια ,έχουν λιγότερες πιθανότητες για άριστη μετεγχειρητική όραση .
Οι επιπλοκές λοιπόν , όπως προαναφέραμε , διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες .
Πρώτον , οι επιπλοκές που σχετίζονται με την αναισθησία .Αυτές προκαλούνται από το είδος της αναισθησίας που θα επιλέξουμε . Η χρήση ενέσεων που χρησιμοποιούσαμε παλαιότερα μπορεί να δημιουργήσει αιμορραγία πίσω από τον οφθαλμό , με αποτέλεσμα την αναβολή της επέμβασης . Σήμερα , είναι διαδεδομένη η τοπική αναισθησία με σταγόνες .
Με τη μέθοδο αυτή έχουμε σπάνια επιπλοκές , οι οποίες εμφανίζονται κυρίως στο επιθήλιο του κερατοειδή .
Δεύτερον , οι διεγχειρητικές επιπλοκές . Οι περισσότερες από αυτές σχετίζονται με τον υμένα που περιβάλλει τον καταρράκτη . Όταν έχουμε οπίσθια ρήξη του υμένα (περιφακίου)εισέρχεται υαλοειδές στο πρόσθιο τμήμα και υπάρχει κίνδυνος να πέσει το υλικό του φακού στο οπίσθιο τμήμα του οφθαλμού . Τότε ο χειρουργός χρησιμοποιεί ειδικές τεχνικές για να αφαιρέσει τα υπολείμματα του φακού και να καθαρίσει το υαλοειδές από το πρόσθιο μέρος του οφθαλμού . (Το υαλοειδές έχει τη μορφή γέλης και αποτελείται από ίνες που συνδέονται με τον αμφιβληστροειδή ) .
Η παραμονή του υαλοειδούς δημιουργεί προβλήματα στην τοποθέτηση του ενδοφθάλμιου φακού και μακροπρόθεσμα αυξάνει τις πιθανότητες για αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς και μείωση της οράσεως λόγω κυστικού οιδήματος της ωχράς .
Τρίτoν , οι μετεγχειρητικές επιπλοκές . Αυτές εμφανίζονται με διαφορετική συχνότητα , ανάλογα με το χρόνο που έχει περάσει από την επέμβαση . Έτσι , την πρώτη μετεγχειρητικη ημέρα μπορεί να εμφανισθεί αυξημένη πίεση στον οφθαλμό .Αυτό σχετίζεται με τη χρήση ειδικών ουσιών κατά τη διάρκεια της επέμβασης , οι οποίες σκοπό έχουν τη διευκόλυνση των χειρουργικών χειρισμών .
Επίσης μπορεί να υπάρχει ήπιο οίδημα του κερατοειδή , που οφείλεται είτε στην αυξημένη πίεση που προαναφέραμε είτε στη χρήση των προεγχειρητικών κολλυρίων . Σοβαρότερο οίδημα στον κερατοειδή δημιουργείται από την αυξημένη χρήση των υπερήχων , κυρίως σε προχωρημένους καταρράκτες και σε ασθενείς που παρουσίαζαν παθολογικά προβλήματα στον κερατοειδή πριν από την επέμβαση .Το ήπιο οίδημα διαρκεί μία με δύο ημέρες , ενώ το σοβαρότερο μπορεί να διαρκέσει και μερικές εβδομάδες .
Το ήπιο οίδημα αντιμετωπίζεται με τη συνήθη φαρμακευτική αγωγή , ενώ τα σοβαρότερα οιδήματα αρχικά αντιμετωπίζονται φαρμακευτικά και αν δεν υπάρξει ανταπόκριση , χρειάζεται πλέον επεμβατική αντιμετώπιση . Την πρώτη μετεγχειρητική εβδομάδα μπορεί να εμφανισθεί η σοβαρότερη επιπλοκή του καταρράκτη , η ενδοφθαλμίτιδα (εικ.1). Εμφανίζεται συνήθως 2-4 ημέρες μετά την επέμβαση , με έντονο πόνο ,μείωση της όρασης και αυξημένη ερυθρότητα του οφθαλμού . Η εξέλιξή της μπορεί να είναι γρήγορη , με σοβαρή μείωση της όρασης , και χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση, φαρμακευτική ή και επεμβατική .
Με τα μέτρα που λαμβάνουμε εμφανίζεται σε συχνότητα μια φλεγμονή σε κάθε 500-1000 χειρουργημένους από καταρράκτη ασθενείς . Επίσης την πρώτη εβδομάδα έχουμε ήπια φλεγμονή και ερεθισμό στον οφθαλμό που αντιμετωπίζονται εύκολα με κολλύρια .
Τις επόμενες τρεις εβδομάδες του μήνα ο ασθενής έχει πολύ καλή όραση και λίγες ενοχλήσεις .
Σ’αυτό το διάστημα χορηγούνται και βοηθητικά γυαλιά για μακριά και για κοντά .Μετά τον πρώτο μήνα μπορεί να εμφανισθεί μείωση της όρασης , η οποία οφείλεται σε συγκέντρωση υγρού κάτω από την ωχρά .Αυτή η πάθηση ονομάζεται κυστικό οίδημα της ωχράς (εικ.2) και εμφανίζεται πιο συχνά σε ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη , ραγοειδίτιδα ή είχαν επιπλοκή κατά την επέμβαση .
Συνήθως αντιμετωπίζεται με κολλύρια ή ενέσεις κορτικοστεροειδών φαρμάκων .
Μια άλλη πάθηση που είναι σπανιότερη (0,1%) σε ασθενείς που έχουν υποστεί επέμβαση καταρράκτη , είναι η αποκόλληση του αμφιβληστροειδή . Εμφανίζεται συνήθως απότομα και κυρίως σε ασθενείς που είχαν υψηλή μυωπία ή διεγχειρητικές επιπλοκές .
Οι ασθενείς αυτοί αναφέρουν ότι βλέπουν λάμψεις και θολερότητες σαν ιπτάμενες μύγες .
Η πάθηση αντιμετωπίζεται κυρίως χειρουργικά . Άλλη επιπλοκή , που είναι και η συχνότερη επιπλοκή της εγχείρησης καταρράκτη , είναι η θόλωση του οπίσθιου υμένα που περιβάλλει τον φακό. Εμφανίζεται σε ποσοστό 25-50% τα δύο πρώτα χρόνια μετά την επέμβαση , με προοδευτική θόλωση της όρασης , όπως και ο καταρράκτης . Αντιμετωπίζεται εύκολα , με ήπιο laser και ρήξη του υμένα (εικ.3) και (εικ.4) .
Συμπερασματικά μπορούμε να διαβεβαιώσουμε όλους όσους πάσχουν από καταρράκτη ότι σήμερα η επέμβαση είναι από τις πλέον επιτυχημένες , ασφαλείς και ανώδυνες και οι σπάνιες επιπλοκές της είναι ήπιες και εύκολα αντιμετωπίσιμες , με φαρμακευτική αγωγή ή απλές διορθωτικές επεμβάσεις . Οι ελάχιστες περιπτώσεις σοβαρών επιπλοκών σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να λειτουργούν ανασταλτικά στην τελική επιλογή του ασθενή
ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΜΠΕΣΜΕΡΤΗΣ
ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΟΦΘΑΛΜΙΑΤΡΟΣ
Μέλος του eye-med.gr